13 φράσεις που επηρεάζουν αρνητικά τα παιδιά και πώς να τις αποφύγουμε!

H αλήθεια είναι ότι οι λέξεις διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη ενός παιδιού. Καθώς μιλάμε στα παιδιά μας πυροδοτούνται συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου, σαν να πατάμε τα «κουμπιά» τους, με αποτέλεσμα, ανάλογα με την περιοχή, να αυξάνεται ή να μειώνεται το στρες, το άγχος, να ενθαρρύνονται τα ευχάριστα ή δυσάρεστα συναισθήματα και να ενισχύονται ή να αποθαρρύνονται δεξιότητες. Έρευνες έχουν δείξει ότι οι λέξεις μπορούν να επηρεάσουν την ψυχολογία, την προσωπικότητα, την αυτοεκτίμηση και τον συναισθηματικό κόσμο ενός παιδιού, καθώς αναπτύσσεται.

Παρακάτω θα βρείτε μερικές φράσεις που είναι σημαντικό να σταματήσουμε να διαιωνίζουμε ως γονείς, αλλά και πρακτικές συμβουλές για πώς μπορούμε να τις αντικαταστήσουμε:

«Εάν κάνεις ξανά “αυτό” ή το “άλλο” θα σου κόψω ή θα σου σπάσω τα πόδια, τα χέρια κλπ.» Τα παιδιά ιδιαίτερα στην προσχολική ηλικία παίρνουν κατά κυριολεξία τις λέξεις και δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν τη μεταφορική τους σημασία, είτε με θετικό, είτε με αρνητικό πρόσημο. Το μικρό παιδί δεν κατανοεί τη μεταφορά με αποτέλεσμα να βιώνει κίνδυνο και ανασφάλεια από το πρόσωπο που αγαπάει και είναι απόλυτα εξαρτώμενο. Μπορεί να νιώσει μειονεκτικά, ντροπή, να πληγωθεί η αυτοεκτίμησή του και να βγάλει το συμπέρασμα ότι είναι εντάξει να πληγώνουμε και να απειλούμε αυτούς που αγαπάμε. Από την άλλη δε, ακόμα και αν ένα παιδί συμμορφωθεί με τέτοιου είδους απειλές, θα το κάνει από φόβο και θα χάσει την ευκαιρία να βιώσει ουσιαστική επικοινωνία και σύνδεση με τον άνθρωπο απέναντί του. Ως αποτέλεσμα υπάρχει το ενδεχόμενο να αδυνατεί να κατανοήσει τα όρια με σεβασμό και να επαναλάβει το ίδιο ως ενήλικας.

Αντί να χρησιμοποιείτε αυτές τις φράσεις ή τις έμμεσες απειλές μπορείτε απευθείας να του γνωστοποιήσετε με ηρεμία αυτό που θέλετε να κάνει, συνδέοντας έναν λόγο και μία αιτία σε αυτό, έτσι ώστε να το βοηθήσετε να αυξήσει την κατανόησή του. Για παράδειγμα: «Ξέρω ότι σου αρέσει πολύ να παίζεις μπάλα, ωστόσο το σπίτι δεν είναι ο κατάλληλος χώρος γι’ αυτό, γιατί μπορεί να σπάσει κατά λάθος κάτι και να χτυπήσουμε ή να καταστρέψουμε κάτι που το χρειαζόμαστε. Το απόγευμα θα πάμε στην παιδική χαρά και θα παίξεις ελεύθερα».

«Όχι», «Μη» και «Δεν»:  Αυτές οι εκφράσεις συνδέονται με την απαγόρευση και την άρνηση, κάτι το οποίο από μόνο του μπορεί να αποτελέσει κόκκινο πανί για ένα μικρό ή και μεγαλύτερο παιδί. Έρευνες έχουν δείξει ότι εγκέφαλος δεν αναγνωρίζει το «Δεν» ή το «Μη», με αποτέλεσμα να συντονίζεται στο νόημα της υπόλοιπης πρότασης. Έτσι, όταν σε κάποιον λέμε συχνά «Μη νευριάζεις» το πιο πιθανό είναι να νευριάσει. Όταν ένα παιδί ξεκινάει να ανακαλύπτει τον κόσμο αρχίζει και πειραματίζεται με λέξεις, συμπεριφορές και κινήσεις. Αυτό δεν το κάνει γιατί θέλει να φέρει σε δύσκολη θέση τους γύρω του. Το κάνει γιατί απλώς πειραματίζεται. Από την άλλη όταν από τους πρώτους κιόλας μήνες της ζωής του ακούει συχνά αυτές τις λέξεις, εισπράττει μία άρνηση και μία αίσθηση μη εμπιστοσύνης στον εαυτό του γιατί φαίνεται σαν όλα να τα κάνει λάθος. Είναι σημαντικό να παρέχουμε στο παιδί ένα ασφαλές περιβάλλον έκφρασης και πειραματισμού, όχι μόνο σε πρακτικό επίπεδο, αλλά και σε συναισθηματικό.

Αντί για αυτές τις λέξεις πείτε κατευθείαν ή ενθαρρύνετε το παιδί σας στο τι να κάνει και όχι στο τι να μην κάνει. Αυτό σε κάποιες περιπτώσεις είναι πραγματικά δύσκολο όταν θέλουμε να αποτρέψουμε ένα σοβαρό ατύχημα και διακυβεύεται η ασφάλεια του παιδιού μας. Δεν μιλάμε όμως γι’ αυτές τις περιπτώσεις, ας ξεκινήσουμε πρώτα από τις καθημερινές στιγμές μας μαζί τους, όταν δεν απειλούμαστε από τη φωτιά ή από ένα αυτοκίνητο που τρέχει. Έτσι και αλλιώς να θυμάστε ότι δύσκολες στιγμές πάντα υπάρχουν, αυτό που έχει περισσότερη σημασία είναι τι κάνω πιο συχνά και καθημερινά στη σχέση μου με το παιδί μου και όχι στην εξαίρεση.

Από την άλλη είναι απόλυτα κατανοητό ότι μερικές φορές είναι δύσκολο για εμάς τους ενήλικες  να κρατηθούμε γατί αυτές οι λέξεις είναι επίσης καταγεγραμμένες στον δικό μας εγκέφαλο, με αποτέλεσμα να βγαίνουν αυθόρμητα. Είναι εντάξει, το θέμα δεν είναι να κατηγορούμε τον εαυτό μας ,αλλά να επαναπροσδιοριζόμαστε. Η αλλαγή προς το θετικό και η πρόοδος είναι κάτι που θα βιώνει μαζί σας, με αποτέλεσμα να παίρνει το μήνυμα της προόδου όταν έρχεται απέναντι και στις δικές του δυσκολίες.

Αντί λοιπόν για το “Μην ζωγραφίζεις τον καναπέ”, μπορούμε να φέρουμε ένα χαρτί και να πούμε “Εδώ μπορούμε να ζωγραφίζουμε. Ο καναπές είναι για να καθόμαστε”.

«Είσαι κακό παιδί, είσαι κακομαθημένο κλπ». Αυτές οι φράσεις δεν βοηθούν στην αυτοεκτίμηση του παιδιού. Από τη στιγμή που βάζουμε ταμπέλα σε ένα παιδί το προδιαθέτουμε να εκπληρώσει το νόημά της ή ακόμα και αν δεν το κάνει να το πιστέψει για τον εαυτό του και αυτό να το ακολουθεί μια ζωή.

Τα λόγια μας γίνονται η εσωτερική φωνή του παιδιού μας.

Και είναι αλήθεια ότι τα παιδιά δεν είναι συνήθως τίποτα από αυτά που ο δικός μας εγκέφαλος συμπεραίνει. Τα παιδιά διαμορφώνονται συνεχώς, ψάχνουν τα όρια τα δικά τους και των άλλων και προσπαθούν να σταθούν πρακτικά, συναισθηματικά και νοητικά σε έναν έτοιμο κόσμο. Κατά την προσαρμογή αυτή υπάρχουν πολλά να διαχειριστούμε δίπλα στο παιδί και όχι απέναντί του.

Αντί να βάζουμε ταμπέλες σε ένα παιδί, μπορούμε να του μιλήσουμε για τη συμπεριφορά του, ανάλογα με την ηλικία του. Για παράδειγμα αντί χρησιμοποιήσουμε μία από τις παραπάνω φράσεις μπορούμε να πούμε “

«Μην κλαις». Μία συνηθισμένη έκφραση ιδιαίτερα στα αγόρια που ακούμε συχνά τη φράση: «Οι άντρες δεν κλαίνε». Το κλάμα είναι μια φυσιολογική αντίδραση όταν κάτι μας στενοχωρεί ή μας πονάει. Είναι επίσης ένας τρόπος να εκφράσει το παιδί το συναίσθημά του και να το εξισορροπήσει, καθώς μέσα από το κλάμα ο εγκέφαλος τελικά χαλαρώνει και ηρεμεί από τη φόρτιση. Όταν λέμε σε ένα παιδί να μην κλαίει είναι σαν να λέμε στο παιδί ότι δεν πρέπει να εκφράζει τα συναισθήματά του ή είναι ντροπή να το κάνει. Αισθάνεται απαξίωση και καταπίεση και βγάζει το συμπέρασμα ότι το κλάμα είναι ένδειξη αδυναμίας ή κάτι κακό που πρέπει να αποφεύγουμε. Αυτό μελλοντικά μπορεί να οδηγήσει στη συναισθηματική καταπίεση.

Μπορούμε να μην πούμε και τίποτα απολύτως και απλώς να μείνουμε παρόντες στο ξέσπασμα του παιδιού και να το κρατάμε στην αγκαλιά μας, εφόσον το θέλει, με ηρεμία, υπομονή και κατανόηση. Εάν αποφασίσουμε να μιλήσουμε μπορούμε πχ να πούμε: «Το βλέπω ότι είσαι πολύ στενοχωρημένη/ος. Είναι εντάξει να κλαις, όλοι κλαίμε κάποιες φορές.»

«Μην κάνεις έτσι, κορίτσι πράγμα». Σε αυτή τη φράση παρατηρούμε να εσωκλείονται όλα τα κοινωνικά στερεότυπα και οι πεποιθήσεις για το πώς πρέπει να συμπεριφέρεται ένα κορίτσι. Είναι μια φράση που κάθε φορά μεταφέρει και αναπαράγει αυτά τα κοινωνικά στερεότυπα στις νέες γενιές. Δεν αφήνει επίσης περιθώρια στο ίδιο το παιδί να ανακαλύψει και να συνειδητοποιήσει πώς θέλει να συμπεριφέρεται και πώς να πράττει, κατευθείαν μπαίνει η ταμπέλα του «είμαι κορίτσι και πρέπει να είμαι έτσι».

Από την άλλη σε αυτή τη φράση υπάρχει και το «Μην κάνεις έτσι», όπου το παιδί νιώθει να απαξιώνεται η συμπεριφορά του. Σε αυτές τις περιπτώσεις προσπαθήστε να κατανοήσετε από που προέρχεται μία συμπεριφορά του παιδιού. Είναι σημαντικό να αποδεχόμαστε όλα τα συναισθήματα. Μπορείτε να αναγνωρίσετε το συναίσθημά του και να κατανοήσετε τι έχει ανάγκη.

«Τώρα θα έρθει η μαμά ή ο μπαμπάς και θα δεις». Μία φράση που βαφτίζει τον ένα από τους δύο γονείς τον κακό της υπόθεσης ή τον αστυνόμο. Με αυτόν τον τρόπο επηρεάζεται αρνητικά η σχέση του παιδιού με τον έναν ή και τους δύο γονείς, καθώς στα μάτια του γίνεται ο τρομοκράτης που δεν πρέπει να θυμώσουμε.

Όταν έρχεστε απέναντι σε μία συμπεριφορά του παιδιού που δεν ξέρετε πώς να διαχειριστείτε είναι προτιμότερο να προσπαθήσετε να κατανοήσετε το συμβαίνει κείνη τη στιγμή στο παιδί και έχει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, παρά να προσπαθήσετε να του την κόψετε με την απειλή του μπαμπά ή της μαμάς που θα θυμώσει.

Το παιδί είναι σημαντικό να κατανοεί κάποια όρια μέσα ή εκτός σπιτιού, όχι επειδή θα τιμωρηθεί ή κάποιος θα θυμώσει, αλλά επειδή μαθαίνει όρια και πώς να συνυπάρχει με τους γύρω του.

«Δεν με αγαπάς». Μπορεί να χρησιμοποιείται από ενήλικες ως έκφραση απογοήτευσης ή τρόπος για να πετύχουν αυτό που θεωρούν ότι πρέπει να γίνει, αλλά για το παιδί είναι ξεκάθαρα συναισθηματικός εκβιασμός. Ιδιαίτερα τα μικρά παιδιά προσχολικής ηλικίας είναι αρκετά πιο δύσκολο να συνδέσουν τις πράξεις τους με την αγάπη και κάτι τέτοιο τα αποκαρδιώνει. Σαφώς είναι καλό να ενθαρρύνουμε την ενσυναίσθηση από μικρή ηλικία αλλά σίγουρα αυτός δεν είναι ο τρόπος. Με τη φράση αυτή δεν ενθαρρύνεται αντιθέτως αποκαρδιώνεται ή νιώθει ότι απειλείται, καθώς το άτομο που εκείνη τη στιγμή το φροντίζει δηλώνει απογοήτευση και πικρία προς το πρόσωπό του. Επίσης, μία τέτοια φράση που επαναλαμβάνεται συχνά μπορεί να οδηγήσει στο λανθασμένο συμπέρασμα ότι όταν αγαπάμε κάποιον πρέπει κάνουμε ό,τι θέλει.

«Ίδια η μάνα σου ή ίδιος ο πατέρας σου είσαι». Άλλη μια φράση που βάζει ταμπέλα στο παιδί και το συνδέει με έναν απαξιωτικό τρόπο με ένα αγαπημένο του πρόσωπο.

Βλέπεις τον αδελφό σου/η σου να κάνει έτσι; Κοίτα τον αδελφό/ή σου. Η έμμεση ή άμεση σύγκριση με το άλλο αδελφάκι δεν παραδειγματίζει, αντιθέτως δημιουργεί το συναίσθημα της απόρριψης και κατ’ επέκταση τον κίνδυνο για να δημιουργηθούν συγκρούσεις και συναισθήματα ζήλειας ανάμεσα στα αδέλφια.

Την επόμενη φορά ενθαρρύνετέ το προς μία συμπεριφορά ή προσπαθήστε να καταλάβετε σε ποια συναισθηματική κατάσταση είναι το παιδί και έχει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά, δίχως να το συγκρίνετε με το αδελφάκι του ή κάποιο άλλο παιδί.

«Άσε δεν μπορείς εσύ, θα το κάνω εγώ». Σαφώς υπάρχουν πράγματα που το παιδί μας, ανάλογα με την ηλικία του δεν μπορεί να κάνει. Συχνά όμως από ανασφάλεια, βιασύνη ή φόβο δεν επιτρέπουμε στο παιδί μας να δοκιμάσει πράγματα που θα μπορούσε να κάνει. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να νιώθει ανίκανο ή να φοβάται να τολμάει πράγματα. Πριν από κάθε φορά που θέλετε να το πείτε σκεφτείτε εάν πραγματικά δεν μπορεί ή μπορεί να το κάνει με κάποια παραλλαγή. Δηλαδή με έναν τρόπο προσαρμοσμένο στην ηλικία του ή στις δυνατότητές του. Όπως και να έχει είναι σημαντικό να μην ακούει ένα παιδί «Δεν μπορείς». Εναλλακτικά πείτε «Έλα να σου δείξω πώς γίνεται και μετά θα μάθεις να το κάνεις» ή «Έλα να το κάνουμε μαζί για αρχή για να δεις πώς να το κάνεις».

«Γι’ αυτό κάνεις έτσι;». Μία συνήθη φράση που συχνά κάνει τα παιδιά να αισθάνονται ότι δεν κατανοούμε τον πόνο τους και τα συναισθήματά τους. Το παιδί αισθάνεται ότι μειώνουμε τη σημασία αυτού που βιώνει. Γνωρίζω ότι κάποια πράγματα σε εμάς τους ενήλικες μας φαίνονται συχνά πραγματικά μικρά και ασήμαντα, ωστόσο για το παιδί μας εκείνη τη στιγμή μπορεί να είναι όλος του ο κόσμος. Και αυτό που χρειάζεται είναι ένα στήριγμα για να διαχειριστεί τα συναισθήματά του και μια αγκαλιά αποδοχής. Επιβεβαιώστε το συναίσθημά του ή αυτό που βλέπετε δίχως κριτική. Για παράδειγμα: «Βλέπω ότι αυτό σε θυμώνει ή σε στενοχωρεί. Τι θα έλεγες εάν βρίσκαμε μια λύση;»

Δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι, Μη φοβάσαι“. Το παιδί τη στιγμή που νιώθει φόβο χρειάζεται να νιώσει ελεύθερο να τον εκφράσει και μετά να νιώσει ασφαλές. Το να του λέμε να μη φοβάται σίγουρα δεν του παίρνει τον φόβο. Αυτό που χρειάζεται ένα παιδί είναι μία αγκαλιά για να εκφράσει τον φόβο του και βοήθεια να τον διαχειριστεί. Για να συμβεί αυτό πρώτα από όλα είναι σημαντικό ως γονείς να αποδεχόμαστε τον φόβο του παιδιού, ανεξάρτητα από το πόσο σοβαρό τον κρίνουμε εμείς.

Ενθαρρύνετε το παιδί σας λέγοντάς του: “Το βλέπω ότι φοβάσαι. Είναι εντάξει όλοι νιώθουμε φόβο κάποιες φορές». Μόλις δώσουμε την αποδοχή και την ασφάλεια που χρειάζεται, ανάλογα με την κατάσταση του παιδιού, μπορούμε να βοηθήσουμε το παιδί σε σχέση με αυτό που φοβάται ή φοβήθηκε, δίχως όμως να απαξιώσουμε το συναίσθημά του ή τον λόγο που φοβάται. Είναι αλήθεια ότι ο φόβος υπάρχει στη ζωή μας, το θέμα δεν είναι το παιδί να μη φοβάται τίποτα, γιατί και εμείς οι ενήλικες δεν είμαστε άφοβοι. Το θέμα είναι να βοηθήσουμε το παιδί να διαχειρίζεται τον φόβο του. Από εκεί και πέρα οι φοβίες είναι ένα άλλο κομμάτι στη γονεικότητα που υπάρχουν εργαλεία και μέθοδοι για να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να τις ξεπεράσουν.

Αυτό είναι κακό“. Συνήθως το χρησιμοποιούμε οι ενήλικες για να αποτρέψουμε ένα παιδί από το να κάνει κάτι, αλλά δεν είναι ο πιο παραγωγικός τρόπος. Αντιθέτως, είναι πολύ πιο παραγωγικό να πούμε στο παιδί τι μπορεί να κάνει ή για ποιο λόγο να μην κάνει κάτι. Έτσι το παιδί συνδέει την πράξη με λογική συνέπεια και όχι με τον φόβο της αποδοκιμασίας. Στα παιδιά, ωστόσο και ιδιαίτερα στα μικρά, δεν είναι ωφέλιμο να λέμε πολλά λόγια και να κάνουμε διδασκαλία και για πολλή ώρα. Με λίγα λόγια είναι καλό να βρίσκουμε σύντομες διαδρομές που καθιστούν το μήνυμα σαφές, χωρίς πάρα πολλά λόγια. Κάποια στιγμή θα συμβεί και αυτό, ωστόσο είναι σημαντικό να μην είναι ο κανόνας όταν θέλουμε να εξηγήσουμε κάτι στο παιδί.

Scroll to top